Πρωτοπαθής νυχτερινή ενούρηση

November 17, 2023
final-1200x784.png

ΝΥΧΤΕΡΙΝΗ ΕΝΟΥΡΗΣΗ

Η νυχτερινή ενούρηση είναι η απώλεια ούρων κατά τη διάρκεια του ύπνου και αφορά κυρίως στην παιδική ηλικία.  Το παιδί μαθαίνει να ελέγχει την κύστη του κατά την διάρκεια της ημέρας μέχρι την ηλικία των 4 χρόνων.  Ωστόσο, κατά τη διάρκεια της νύχτας ο έλεγχος της ουροδόχου κύστης μπορεί να καθυστερήσει μέχρι την ηλικία των 5 ή ακόμη και των 7 χρόνων. Η ενούρηση αφορά παιδιά ηλικίας άνω των 5 ετών, με επανειλημμένη απώλεια ούρων, τουλάχιστον 2 φορές ανά εβδομάδα, για 3 συνεχείς μήνες (ICCS). Στην περίπτωση της πρωτοπαθούς ενούρησης, το παιδί άνω των 5 ετών δεν έχει επιτύχει ποτέ έλεγχο σφιγκτήρων κατά τη διάρκεια της νύχτας, ενώ στην περίπτωση της δευτεροπαθούς ενούρησης, το παιδί άνω των 5 ετών είχε κατορθώσει να μείνει στεγνό τη νύχτα για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των 6 μηνών.

Η συχνότητα της νυχτερινής ενούρησης ποικίλει με την ηλικία, έτσι στην ηλικία των 4 χρόνων το 12-25% των παιδιών δυσκολεύεται να ελέγξει τα ούρα του την νύχτα, στην ηλικία των 8 χρόνων το 7-10%, και στην ηλικία των 12 χρόνων  μπορεί να παρατηρηθεί σε ποσοστό 1-3% με εκείνο των αγοριών να είναι διπλάσιο από αυτό των κοριτσιών.

Οι ακριβείς αιτίες της νυχτερινής ενουρησης μπορεί να ποικίλουν. Οι πιο συχνοί παράγοντες είναι οι εξής:

  • Υπερβολική παραγωγή ούρων: Αυξημένη παραγωγή ούρων κατά την διάρκεια της νύχτας, λόγω μειωμένης έκκρισης αντιδιουρητικής ορμόνης ή μειωμένης απάντησης.
  • Μειωμένη χωρητικότητα της ουροδόχου κύστεως ή αυξημένη δραστηριότητα του εξωστήρα μυός. Η ουροδόχος κύστη έχει διαφορετικό ρυθμό ωρίμανσης για το κάθε παιδί.
  • Επίδραση του νευρικού συστήματος στη λειτουργία της ουροδόχου κύστης.
  • Ο πολύ βαθύς ύπνος, μπορεί να εμποδίζει το παιδί να αισθανθεί την πληρότητα της ουροδόχου κύστης.
  • Πρόσφατες έρευνες αποδεικνύουν ότι υπάρχει συσχέτιση της νυχτερινής ενούρησης με υπνική άπνοια και υπερτροφία αδενοειδών εκβλαστήσεων.
  • Γενετική προδιάθεση. Παρουσιάζουν νυχτερινή ενούρηση πιο συχνά τα παιδιά γονιών που είχαν και εκείνοι στην παιδική τους ηλικία το ίδιο πρόβλημα. Σε οικογένειες χωρίς ιστορικό ενούρησης, η επίπτωση της ενούρησης είναι 15%, ενώ σε παιδιά με θετικό οικογενειακό ιστορικό ενούρησης (τουλάχιστον 1 γονέας), το 44% των παιδιών παρουσίαζαν ενούρηση.

Επομένως, τα περισσότερα παιδιά με νυχτερινή ενούρηση δεν έχουν υποκείμενο νόσημα. Ωστόσο στη διαφορική μας διάγνωση βρίσκονται νοσήματα που προκαλούν ενούρηση αλλά και επιπρόσθετη συμπτωματολογία όπως ο σακχαρώδης διαβήτης, ο άποιος διαβήτης, η λοίμωξη του ουροποιητικού, η ψυχογενής πολυδιψία, η εγκόπριση, οι οξύουροι, ο δυσραφισμός ΣΣ και η νεφρική ανεπάρκεια. Πρέπει να επισημανθεί ότι  η δυσκοιλιότητα που συναντάται συχνά στα παιδιά μπορεί να προκαλέσει νυχτερινή ενούρηση.

Κατά τη φάση αξιολόγησης, η λήψη ενός λεπτομερούς ιστορικού και η εκτενής κλινική εξέταση του παιδιού  (ανάπτυξη, ζωτικά σημεία, υπερτροφία αδενοειδών εκβλαστήσεων, σημεία υπνικής άπνοιας, διάταση ουροδόχου κύστεως, κοπρανώδεις μάζες, βοθρίο, λιπώματα ή δερματικά στίγματα στην οσφυοϊερή περιοχή της ΣΣ) είναι απαραίτητη. Ο εργαστηριακός έλεγχος περιλαμβάνει τη γενική εξέταση και καλλιέργεια ούρων που στην στην περίπτωση της πρωτοπαθούς ενούρησης είναι φυσιολογικές. Αν ένα παιδί δηλαδή ελέγχει τους σφιγκτήρες του κατά την διάρκεια της ημέρας, έχει καλή κλινική εικόνα και η εξέταση ούρων του είναι φυσιολογική δε χρήζει περαιτέρω ελέγχου. Ο απεικονιστικός έλεγχος περιλαμβάνει το υπερηχογράφημα νεφρών και ουροδόχου κύστεως, ελέγχοντας τη χωρητικότητα της κύστεως, το υπόλειμμα ούρων, το πάχος τοιχώματος της ουροδόχου κύστεως και τον ουροδυναμικό έλεγχο (πριν & μετά την ούρηση) για να διευκρινισθεί αν τίθεται θέμα δυσλειτουργία κύστεως.

Γενικά για τα παιδιά, η ενούρηση σε περίπτωση που αποκλειστεί οποιοδήποτε παθολογικό αίτιο αποτελεί πρόβλημα όταν δυσκολεύει την ικανότητα τους να διανυκτερεύουν εκτός σπιτιού, να ενταχθούν σε πρόγραμμα κατασκήνωσης, όταν επηρεάζεται η ψυχολογία τους. Είναι πολύ σημαντικό να καταλάβουν οι γονείς πως η νυχτερινή ενούρηση είναι τελείως ακούσια και ότι το παιδί δεν πρέπει ποτέ να τιμωρείται για τα επεισόδια.

Η αντιμετώπιση της νυχτερινής ενούρησης περιλαμβάνει:

Ψυχραιμία: Η θεραπεία είναι συνήθως παρατεταμένη και περιέχει φάσεις επιτυχίας και αποτυχίας.

Αγωγή συμπεριφοράς: Συστάσεις πρώτης γραμμής που μπορούν να εφαρμοσθούν σε παιδί οποιασδήποτε ηλικίας.

  1. Να θυμίζετε στο παιδί σας να αδειάζει την κύστη του ακριβώς πριν πέσει στο κρεβάτι και άλλη μια φορά ακριβώς πριν κοιμηθεί.
  2. Να σηκώνετε το παιδί σας για να ουρήσει την νύχτα λίγο πριν τη συνήθη ώρα της νυχτερινής ενούρησης.
  3. Να εγκαθίστανται σωστές συνήθειες, με άφθονη λήψη υγρών καθ΄όλη τη διάρκεια της ημέρας. Να γίνεται προσπάθεια περιορισμού λήψης υγρών αργά το απόγευμα ενώ παράλληλα να επισημαίνεται η ανάγκη συχνών ουρήσεων κατά τη διάρκεια της ημέρας.
  4. Να δίνονται κίνητρα ή κάποια ανταμοιβή προσυμφωνημένη, όσος μεγαλύτερος είναι ο χρόνος που παραμένει στεγνό το παιδί, κρατώντας ημερολόγιο και ανατρέχοντας συχνά σε αυτό. Αυτή η αγωγή είναι η πιο κατάλληλη να δοκιμασθεί σε μικρότερα παιδιά.

Μέθοδοι αφύπνισης: Το ξυπνητήρι ενούρησης χρησιμοποιείται συνήθως σε παιδιά που είναι μεγαλύτερα από 7 χρόνων και αφού έχουν δοκιμασθεί οι άλλες μέθοδοι, πριν φτάσουμε στην φαρμακευτική αγωγή. Περιέχουν ένα αισθητήρα ο οποίος εντοπίζει τις πρώτες σταγόνες ούρων και ενεργοποιεί ένα ξυπνητήρι. Με τις πρώτες σταγόνες ούρησης το κύκλωμα ολοκληρώνεται και αφυπνίζει. Σταδιακά το παιδί καταφέρνει να ξυπνήσει νωρίτερα για να ουρήσει. Η απάντηση δεν είναι άμεση και η θεραπεία συνεχίζεται για 2-3 μήνες ή όταν το παιδί παραμείνει στεγνό για 14 συνεχείς βραδιές. Η επιτυχία φτάνει το ποσοστό 65%, αν και 10-30% των οικογενειών σταματούν την χρήση.

Φαρμακευτική αγωγή: Η αγωγή αυτή τίθεται σε παιδιά άνω των 7 ετών, όταν όλες οι άλλες μέθοδοι έχουν αποτύχει. Η δεσμοπρεσσίνη είναι ένα συνθετικό ανάλογο της αντιδιουρητικής ορμόνης που χρησιμοποιείται στην θεραπεία της πρωτοπαθούς ενούρησης. Μειώνει την παραγωγή ούρων κατά την διάρκεια της νύχτας όταν λαμβάνεται λίγο πριν τον ύπνο. Συστήνεται περιορισμός των υγρών μία ώρα πριν την λήψη της αγωγής και για τις ακόλουθες 8 ώρες. Γίνεται δοκιμή για 2-6 εβδομάδες με τη χαμηλότερη δυνατή δόση και αν έχει καλά αποτελέσματα χορηγείται για 3 μήνες ή και περισσότερο. Η χρήση ρινικού σπρέι δεν πρέπει να χρησιμοποιείται για τη θεραπεία της πρωτοπαθούς νυχτερινής ενούρησης διότι έχει συνδεθεί με την πλειονότητα των ανεπιθύμητων ενεργειών  που έχουν αναφερθεί σε ασθενείς με ΠΝΕ (όπως υπονατριαιμία, δηλητηρίαση εξ ύδατος) σε σύγκριση με τις από του στόματος μορφές (χάπια).  Συστήνεται εργαστηριακός έλεγχος στα μεσοδιαστήματα. Το 1/3 ασθενών παραμένουν στεγνοί κατά την χορήγηση,το  1/3 διαπιστώνουν μερική βελτίωση των συμπτωμάτων και το 1/3 δεν απαντούν στην αγωγή. Η χρήση δισκίων παρουσιάζει εξαιρετικό προφίλ ασφάλειας με ελάχιστες ανεπιθύμητες ενέργειες. Η επιτυχία εμφανίζεται σε ποσοστό 60%, ωστόσο αρκετά μεγάλο είναι και το ποσοστό της υποτροπής (50%) οπότε συνιστάται σταδιακή μείωση  της δόσης για να αποτραπεί η υποτροπή.

Powered by OpenIT. All rights reserved.